Updated on 15 Απριλίου, 2020
Παιδί και κουκλοθέατρο – Σχετικά με τη δράση Α.Υ. “Κούκλες από … σπίτι”
Γιατί επιλέξαμε την κούκλα-αντικείμενο και το θέατρο της κούκλας (κουκλοθέατρο) ή αντικειμενοθέατρο, ως μέσο για την επίτευξη των στόχων μίας δράσης πρόληψης και αγωγής της υγείας, για μαθητές Νηπιαγωγείου και των πρώτων τάξεων του Δημοτικού[1];
Γράφει η Δρ. Ιωάννα Μενδρινού, Υπεύθυνη Αγωγής Υγείας Δ.Π.Ε. Δ' Αθήνας
Γιατί το κουκλοθέατρο αποτελεί μία ιδιαίτερη και ξεχωριστή μορφή παραστατικής τέχνης. Μία απελευθερωτική τέχνη στην οποία τα πάντα μπορούν να συμβούν αγνοώντας κάθε συμβατικότητα και λογικό περιορισμό, ακόμη και τους νόμους της φυσικής (π.χ. της βαρύτητας)!
Σε αντίθεση επομένως, με την παρούσα πραγματικότητα στην οποία τα πρωτόγνωρα, μαζικά, περιοριστικά μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας της Covid-19, μας στερούν αυτονόητες, μέχρι πρότινος, δυνατότητες ελευθερίας[2].
Γιατί η κούκλα του κουκλοθεάτρου είναι ένα άψυχο αντικείμενο, μια ύλη που αναπαριστά ένα ζωντανό πλάσμα, εκπληρώνοντας εγγενείς ανάγκες του ανθρώπου για ψυχαγωγία, παιχνίδι, καταφυγή στη φαντασία, αναπαράσταση, μίμηση, θέαση και ταύτιση με ρόλους-πρότυπα σημαντικά για την εξελικτική του πορεία.
Γιατί η κούκλα, αποτελεί ένα απτό, συμβολικό αντικείμενο-παιχνίδι πολύ κοντά στον ψυχισμό και τις αναπτυξιακές ανάγκες των παιδιών, το οποίο μπορεί να νοηματοδοτήσει, να χειριστεί και διαχειριστεί χωρίς να εκτίθεται.
Γιατί το κουκλοθέατρο όπως και το θέατρο, απαιτεί για να υπάρξει έστω και έναν θεατή. Αποτελεί δηλαδή μία κατεξοχήν επικοινωνιακή μορφή τέχνης και έκφρασης με την ιδιαιτερότητα, ότι η κούκλα λειτουργεί σαν ένα ασφαλές, προστατευτικό ενδιάμεσο και συγχρόνως ένα κανάλι επικοινωνίας ανάμεσα στο χειριστή της, τον κουκλοπαίχτη και το κοινό (Παρούση, 2012). Μπορεί κατ’ αυτό τον τρόπο, να εκπληρώσει με τον καλύτερο τρόπο, βασικούς στόχους που αφορούν στη σύνδεση και επικοινωνία του παιδιού με τον εαυτό και τους άλλους.
Γιατί το παιχνίδι με την κούκλα, ως μία μορφή παιχνιδιού προσποίησης, διαθέτει παιδευτικό και ψυχοθεραπευτικό χαρακτήρα και αξιοποιείται πλέον αποτελεσματικά ως μέσο διάγνωσης και θεραπείας (παιγνιοθεραπεία, θεραπευτικό κουκλοθέατρο) (Aronoff, 1996)
Γιατί η τέχνη του κουκλοθεάτρου προσφέρει μία ατελείωτη ποικιλία μέσων, υλικών, θεμάτων και πρακτικών οι οποίες μπορούν να εξυπηρετήσουν διαφορετικές ανάγκες, ενδιαφέροντα, κλίσεις και προσδοκίες των εμπλεκομένων στη διαδικασία, μαθητών.
Γιατί αυτή καθαυτή η κατασκευή της κούκλας και ιδιαίτερα με την αξιοποίηση υλικών που βρίσκονται στο σπίτι, χρηστικών ή άχρηστων πια (όπως π.χ. ένα κουτί αναψυκτικού), συνιστά μία δημιουργική πράξη ανάπλασης που εξελίσσει τη φαντασία, την επινοητικότητα, την επιδεξιότητα αλλά και το χιούμορ του παιδιού. Πρόκειται για μία πρωτόλεια φαινομενικά, αλλά σημαντική συνθετική και κριτική συνεπώς διεργασία έκφρασης αλλά και βελτίωσης ή καλλιέργειας δεξιοτήτων (κινητικότητα και επιδεξιότητα των άνω άκρων, συντονισμός ματιού-χεριού, συγκέντρωση, λεκτικός και μη λεκτικός επικοινωνιακός λόγος, κ.λπ.). Μία διαδικασία επίσης, άμεσης επαφής με διαφορετικά υλικά και τις ιδιότητές τους και επομένως, μία άκρως βιωματική και ελκυστική προσέγγιση εννοιών της φυσικής επιστήμης.
Γιατί τόσο η κατασκευή όσο και η εμψύχωση της κούκλας (κίνηση, ομιλία, δημιουργία ταυτότητας) λειτουργεί αυτο-ενθαρρυντικά και τελικά, καταξιωτικά (μπορώ να τα καταφέρω!) ενισχύοντας την αυτοεκτίμηση του ατόμου ιδιαίτερα δε, αφού προορίζεται να απευθυνθεί μέσω αυτής σε ένα κοινό (εν προκειμένω στην οικογένεια και στην κοινότητα μέσω ασύγχρονων [φωτό, βίντεο] τρόπων επικοινωνίας με δασκάλα/ο, συμμαθητές, φίλους, κ.λπ.).
Γιατί το παιδί γίνεται δημιουργός και μέσω της κούκλας, πειραματίζεται κάνοντας πρόβα για την πραγματική ζωή. Απελευθερώνεται, εκφράζει ιδέες, σκέψεις και συναισθήματα ή καταστάσεις που δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα ό,τι συμβαίνει ακριβώς στη ζωή του, αλλά ενδεχομένως αυτό που το απασχολεί.
Γιατί η κούκλα ως μέσο προβολής, επιτρέπει στα μικρά παιδιά, με βιωματικό, ενεργητικό και παιγνιώδη τρόπο, να «δοκιμάσουν» τα συναισθήματα προτού τα οικειοποιηθούν.
Γιατί η κούκλα προστατεύει. Αποδίδει και εκφράζει ως δικό της το συναίσθημα του χειριστή-παιδιού. Γίνεται ο δίαυλος ή διαμεσολαβητής των μηνυμάτων τού εσωτερικού του κόσμου, του φόβου, της αγωνίας, του θυμού, της ανασφάλειας, ιδεών, αναγκών, αλλά και των ονείρων του.
Γιατί η κούκλα μπορεί να γίνει ο «συνήγορός» του (Cole, 1993). Ένας σύντροφος και συμπαραστάτης σε μία δύσκολη περίοδο μακριά από φίλους, αγαπημένα πρόσωπα και συνήθειες, από την οποία όλοι ευελπιστούμε να βγούμε υγιείς, έτοιμοι να συνεχίσουμε με ψυχική ανθεκτικότητα, χωρίς τραύματα και φοβίες, τη ζωή μας. Με ελπίδα, σχέδια για το μέλλον και αισιοδοξία ότι θα τα καταφέρουμε.
Η κούκλα, μία «Κούκλα από … σπίτι», προσκαλείται να γίνει για τα παιδιά μας ένας σύμμαχος ενδυνάμωσης στο δικό τους αγώνα!
Δρ. Ιωάννα Μενδρινού
Απρίλιος 2020
[1] Επισημαίνεται εδώ, πως, η δράση είναι δυνατόν να αφορά και σε ομάδες εφήβων και ενηλίκων. Εξαρτάται βέβαια, από το πλαίσιο και τον τρόπο παρουσίασης μίας ανάλογης “πρόσκλησης”. H επενέργεια της κούκλας, διαχρονικά, αντίστοιχα όπως και στις άλλες μορφές τέχνης, εξυπηρετεί πολυεπίπεδα την κάλυψη εγγενών αναγκών του ανθρώπου, όπως η καταφυγή στη φαντασία, το συμβολικό παιχνίδι, η δημιουργικότητα, η αναπαράσταση, η θέαση, η ταύτιση, η κάθαρση, κ.λπ. Η δύναμη της κούκλας, τελετουργική στο απώτερο παρελθόν, παραστατική/καλλιτεχνική και ψυχοθεραπευτική στη συνέχεια, δεν υπάγεται, ανεξάρτητα από επικρατούσες αναπαραστάσεις, σε ηλικιακές οριοθετήσεις. Μεταλλασσόμενη στο χρόνο, αγγίζει μεγάλους και μικρούς (βλ. π.χ. την τεράστια απήχηση των avatar, videogames), προσφέροντας ασφαλή ταύτιση, εναλλακτικές διεξόδους έκφρασης, ψυχο-συναισθηματική εκτόνωση, μέσα προσωπικής ανάπτυξης, αυτοβελτίωσης και αυτορρύθμισης.
[2] Τροφή για σκέψη αναφορικά με την αγωγή και εκπαίδευση των σύγχρονων παιδιών στην αντίληψη και διαχείριση ορίων ή σε δεξιότητες προσαρμοστικότητας και ευελιξίας για την αντιμετώπιση κρίσεων.
Πρόσφατα σχόλια