Updated on May 8, 2019
ΕΡΕΥΝΑ, ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Ο βασικός φορέας χάραξης και εφαρμογής πολιτικής για την Έρευνα, Τεχνολογία και Καινοτομία στην Ελλάδα είναι ο Τομέας Ε&Τ του Υπ. Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων και ο αρμόδιος Αν. Υπουργός με τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. Οι βασικοί φορείς υλοποίησης Έρευνας και Καινοτομίας είναι τα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, τα δημόσια ερευνητικά κέντρα και οι επιχειρήσεις, ενώ μικρή δραστηριότητα έχουν οι ΜΚΟ. Το Εθνικό Συμβούλιο ΕΤΑΚ αποτελεί το κύριο συμβουλευτικό σώμα για θέματα Ε&Τ και στις αρμοδιότητές του συγκαταλέγονται ο ορισμός προτεραιοτήτων για τη χρηματοδότηση έρευνας και η διαμόρφωση προτάσεων για τη διοίκηση των ερευνητικών κέντρων υπό την εποπτεία της ΓΓΕΤ.
- Δομή Ελληνικού Συστήματος Ε&Τ, Πηγή: ΓΓΕΤ στο: Σαχίνη Ε, και συν. 2016
Η έρευνα στην Ελλάδα παράγεται κατά κύριο λόγο από τα ΑΕΙ και τα Ερευνητικά Κέντρα, με αποτελέσματα υψηλού κύρους και επιπέδου, γεγονός που διαφαίνεται όχι μόνο από τον αριθμό δημοσιεύσεων, αλλά επίσης από τον αντίκτυπο (αναφορές) και τη συμμετοχή των ελλήνων ερευνητών στα προγράμματα Ε&Α της ΕΕ. Το ελληνικό σύστημα ΕΤΑΚ έχει μεν σημαντικά ισχυρά σημεία2, τα πλεονεκτήματα όμως της έρευνας δεν αξιοποιούνται άμεσα με τρόπο που να συμβάλλουν στην καταπολέμηση των διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομίας. Οι επιδόσεις της καλές επιδόσεις στα συγχρηματοδοτούμενα από ΕΕ Προγράμματα-Πλαίσια, σημαντική ελληνική εκπροσώπηση σε διεθνή ερευνητικά δίκτυα και έργα του Ευρωπαϊκού Οδικού Χάρτη Ερευνητικών Υποδομών, ύπαρξη ισχυρής ελληνικής ερευνητικής κοινότητας στο εξωτερικό, έμψυχο δυναμικό υψηλής ποιότητας και νησίδες αριστείας σε δημόσιους ερευνητικούς φορείς και τον ιδιωτικό τομέα, ουσιαστική ελληνική παρουσία στο χώρο των επιστημονικών δημοσιεύσεων (άνω του μ.ο. ΕΕ). Επίσης η χώρα συμμετέχει ως τακτικό μέλος σε σημαντικούς διεθνείς ή διακρατικούς ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς (ESA, CERN, EMBC-EMBL) με ανταποδοτικά οφέλη για την ανάταξη του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Updated on May 8, 2019
Εναλλακτικές Μορφές Συλλογικής Επιχειρηματικότητας
Συνεταιρισμοί Νέας Γενιάς. Οι Συνεταιρισμοί Νέας Γενιάς προτείνουν μία οργάνωση που προσομοιάζει με τους Παραδοσιακούς Συνεταιρισμούς με στοιχεία ιδιωτικών επιχειρήσεων, προκειμένου να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης της υπαίθρου που είχαν συνδεθεί με το μοντέλο των Παραδοσιακών Συνεταιρισμών. Η δομή και η στρατηγική τους παρέχει αρκετά οφέλη με μειωμένο κόστος λειτουργίας και βελτίωση ποιότητας των προϊόντων και υπηρεσιών, μεγαλύτερη ευελιξία στη χρηματοδότηση επενδύσεων, μεγαλύτερη εξωστρέφεια, καινοτομική συμπεριφορά κ.ο.κ., ωστόσο με περισσότερες δεσμεύσεις και απαιτήσεις όπως π.χ. συμβόλαια παράδοσης προϊόντων και υψηλή ποιότητα πρώτης ύλης προκειμένου να διασφαλιστεί το προϊόν και να προγραμματιστεί η παραγωγή, μεγαλύτερους κινδύνους και κόστος διαχείρισης κ.α. Με τον τρόπο αυτό υποβιβάζεται το συνεργατικό στοιχείο και προσομοιάζουν περισσότερο σε ιδιωτικές επιχειρήσεις όσον αφορά τη διαχείριση και την ανταγωνιστικότητα, προς όφελος βέβαια του παραγωγού. Το σχήμα του Συνεταιρισμού και η εμπιστοσύνη των μελών του αποτελεί παράγοντα που ενισχύει σημαντικά την ενεργό συμμετοχή των μελών και την υιοθέτηση καινοτομιών, αυξάνοντας το επίπεδο κοινωνικού κεφαλαίου, διευκολύνοντας την ανταλλαγή τεχνογνωσίας (Nwankwo et al, 2009 στο: (Κοντογεώργος και Σεργάκη 2015), και την απόκτηση επιχειρηματικής νοοτροπίας και ανάληψης επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Όσον αφορά το την ύπαρξη αμοιβαιότητας στους ελληνικούς συνεταιρισμούς, καθοριστικό στοιχείο συλλογικών δράσεων, συνήθως βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο.
Updated on May 8, 2019
ΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
Η έρευνα και η καινοτομία στο πεδίο των Αρωματικών και Φαρμακευτικών Φυτών αναδεικνύεται ως ένας από τους τομείς που μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη σημαντικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Υπάρχει μεγάλος όγκος ανεξερεύνητου και ανεκμετάλλευτου φυτικού πλούτου στον οποίο μπορεί η έρευνα να στραφεί ώστε να αναπτύξει την υπάρχουσα επιστημονική γνώση και να διευρύνει τις χρήσεις και εφαρμογές των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών. Η ενίσχυση της έρευνας μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη προϊόντων ποιότητας, είτε διασφαλίζοντας τα τελικά προϊόντα μέσω τεχνογνωσίας στην παραγωγή και μεταποίηση, όσο και επεκτείνοντας τη τεχνογνωσία σε τομείς όπως την αξιοποίηση υποπροϊόντων που προκύπτουν από τη μεταποίηση, αναπτύσσοντας τελικά προϊόντα με διασφαλισμένη ποιότητα και προστιθέμενη αξία που μπορούν να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Μπορεί τέλος να συμβάλλει στην αναζήτηση νέων πρακτικών καλλιέργειας και προστασίας του περιβάλλοντος, την ανάδειξη χαρακτηριστικών που αυξάνουν την οικονομική σημασία ή την προσαρμογή φυτικών ειδών στην κλιματική αλλαγή, τη δημιουργία τεχνητού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη βελτιωμένων βιολογικών υλικών κ.ο.κ. (Λουλούδης 1992)